- καταδικάσασαν
- καταδικάσᾱσαν , καταδικάζωgive judgementaor part act fem acc sg (attic epic ionic)καταδικάσᾱσαν , καταδικάζωgive judgementaor part act fem acc sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.